
Οι ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης και ιδίως οι επιταγές εισόδου που εφαρμόζονται από τη νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ δεν στοχεύουν στην καταπολέμηση της ανεργίας, αλλά στη διαχείριση αυτής, εισάγοντας ταυτόχρονα το μοντέλο εργασίας που αντιστοιχεί στη «άνεργη ανάκαμψη» των Μνημονίων. Η ανεργία που δημιουργήθηκε στα χρόνια των Μνημονίων δεν είναι παράπλευρη απώλεια της «δημοσιονομικής εξυγίανσης», αλλά επιθυμητός ενδιάμεσος στόχος για την υποτίμηση της εργασιακής δύναμης και τη μεγέθυνση των κερδών των λίγων.
Υπό αυτό το πρίσμα τα προγράμματα ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης που εφαρμόζονται δεν αποτελούν σχέδιο αντιμετώπισης της ανεργίας, αλλά διαχείρισής της, εισάγοντας ταυτόχρονα το μοντέλο του φτωχού εργαζόμενου (working poor) χωρίς εργασιακά δικαιώματα και δυνατότητα βιοπορισμού και αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Η επέκταση των προγραμμάτων σε ευρύτερες ηλικιακές κατηγορίες 30 έως 66 (το πρόγραμμα αυτό είναι σε αναμονή – δεν έχει βγει η πρόσληση ακόμα) αλλά και 18 εώς 24 και μάλιστα με απολαβές κατώτερες του κατώτατου μισθού, όπως αναφέρεται στις νέες προσκλήσεις συμμετεχόντων, αποδεικνύουν πως δεν πρόκειται ούτε για προγράμματα επιμόρφωσης ούτε για προγράμματα εργασίας, αλλά για προγράμματα ανταποδοτικής κοινωνικής πρόνοιας.
Το κράτος παραιτείται τόσο από την συνταγματική υποχρέωση να εξασφαλίζει εργασία στους πολίτες όσο και από τη συνταγματική του υποχρέωση να μεριμνά για την αξιοπρεπή διαβίωση των πολιτών, μέσω της κοινωνικής πρόνοιας. Περνάμε δηλαδή σε μια νέα κατάσταση όπου η πρόνοια ή θα είναι ανταποδοτική (με την παροχή εργασίας από τους πολίτες) ή δε θα υπάρχει.
|